revelador
Spanish > Greek
γνωριστικός, ἐκκαλυπτικός, δηλωτικός, διηγητής, ἐκφαντορικός, ἐνδείκτης, ἐξαγγελτικός, ἐξαγορευτής, ἀποκαλυπτικός, ἐκφαντικός, δηλοποιός
γνωριστικός, ἐκκαλυπτικός, δηλωτικός, διηγητής, ἐκφαντορικός, ἐνδείκτης, ἐξαγγελτικός, ἐξαγορευτής, ἀποκαλυπτικός, ἐκφαντικός, δηλοποιός