αμμοδιυλιστήριο
From LSJ
ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do
Greek Monolingual
το
διυλιστήριο που λειτουργεί με άμμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άμμος + διυλιστήριο].
ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do
το
διυλιστήριο που λειτουργεί με άμμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < άμμος + διυλιστήριο].