αργυράσπιδες
From LSJ
θοἰμάτιον οὐκ ἀπολώλεκ', ἀλλὰ καταπεφρόντικα → I haven't lost my himation; I've pledged it to Thought | I have not lost my himation, but I've thought it away | I have not lost my himation, but I spent it in the schools
Greek Monolingual
ἀργυράσπιδες, οι (Α)
(για σώμα του μακεδονικού στρατού) αυτοί που κρατούν επάργυρες ασπίδες.