βάνδον

From LSJ
Revision as of 06:24, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (7)

τὸ δι' ἀκριβείας ἐξεταζόμενον → exactly weighed words

Source

Spanish (DGE)

-ου, τό

• Alolema(s): βάνδα, τό Sch.Procl.in Ti.1.462.11
lat. bandum
1 enseña, estandarte militar, bandera τὸ σημεῖον, ὃ δὴ βάνδον καλοῦσι Ῥωμαῖοι Procop.Vand.2.2.1, κοσμοῦσι τοὺς ἵππους καὶ τὰ βάνδα Cosm.Ind.Top.11.5.
2 compañía de infantería, tropa βασιλικὸν β. Io.Mal.Chron.M.97.673C, cf. IGLBulg.89.3 (VI d.C.), St.Byz.s.u. Ἀλάβανδα.
3 τὸ βάνδα distrito militar sinónimo de θέμα Sch.Procl.l.c.

Greek Monolingual

βάνδον, το (Μ)
στρατιωτική σημαία ή στρατιωτικό τμήμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. bandum (πρβλ. γοτθ. bandwa)].