ὡς χαρίεν ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος ᾖ → how graceful is man when he is really a man | what a fine thing a human is, when truly human
η (AM ἀχυρμιά)σωρός από άχυρα.[ΕΤΥΜΟΛ. < άχυρον, με αβέβαιο μορφολογικό σχηματισμό].