δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives
η (AM ἀχυρμιά)σωρός από άχυρα.[ΕΤΥΜΟΛ. < άχυρον, με αβέβαιο μορφολογικό σχηματισμό].