Νόμιζε κοινὰ πάντα δυστυχήματα → Commune cuivis crede, quod cuiquam accidit → Geh davon aus, dass jedes Unglück jedem droht
αὐχένιος, -α, -ον (AM)μσν.το ουδ. ως ουσ. τὸ αὐχένιονο βραχίονας του πηδαλίουαρχ.ο αυχενικός.