Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζειν → explain Homer from Homer, explain Homer with Homer
-ο1. αυτός που έχει δέκα έδρες2. (γεωμ.) το ουδ. ως ουσ. δεκάεδροστερεό σώμα με δέκα έδρες.