αβάντζα

From LSJ
Revision as of 06:30, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (1)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Βουλὴν ἅπαντος πράγματος προλάμβανε → Nihil incohes, nisi inito consilio prius → Vor jedem Handeln fasse einen guten Plan

Menander, Monostichoi, 70

Greek Monolingual

και -ντσα, η και αβάντσο και -ντζο, το
1. πλεονέκτημα, κέρδος, αβάντα
2. προκαταβολή
3. φρ. «πάμε αβάντζο» — συνηθίζεται στα χαρτιά, το μπιλιάρδο ή το τάβλι, όταν οι παίχτες ζητούν παράταση σε παιχνίδι που έληξε χωρίς αποτέλεσμα ή νικητή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. avanzo (= πλεόνασμα, κέρδος)].