ενδοχώρα

Revision as of 06:30, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (12)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η
περιοχή απομακρυσμένη από τα παράλια από τα οποία εξαρτάται ως προς το εμπόριο, την οικονομική ζωή κ.λπ.