τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς δεῖξαι → show the heels, show a clean pair of heels, show the hollow of the foot, run away
η (AM ἐπιγλωττίς
Α και ἐπιγλωσσίς)
λεπτός χόνδρος που φράζει τον λάρυγγα κατά την κατάποση
αρχ.
πληθ. αἱ ἐπιγλωττίδες
οι φωνητικές χορδές.