ὃ σὺ μισεῖς ἑτέρῳ μὴ ποιήσεις → don't do to others what you don't want them to do to you
ἡμίχιον, τὸ (Α)πάπ. είδος μέτρου, μισό χίον.[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + χίον «σταμνί κρασιού από τη Χίο»].