ημικλήριον

From LSJ
Revision as of 06:35, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (16)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau

Menander, Monostichoi, 83

Greek Monolingual

ἡμικλήριον, τὸ (Α)
1. το μισό μέρος της κληρονομιάς κάποιου
2. το μισό του κλήρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + κλήρ-ιον (< θ. κληρ- του κλήρος + υποκορ. κατάλ. -ιον, πρβλ. παιδ-ίον)].