ἀνάγκῃ δ' οὐδὲ θεοὶ μάχονται → but not even gods fight necessity
ἡμισάκις (Α)επίρρ. κατά το ήμισυ, μισή φορά.[ΕΤΥΜΟΛ. < ήμισυς + κατάλ. -άκις (πρβλ. οσ-άκις, πολλ-άκις)].