Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ημιμοίριο

From LSJ
Revision as of 06:35, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (16)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Διὰ τὰς γυναῖκας πάντα τὰ κακὰ γίγνεται → Mala non videbis fieri nisi per mulieres → Das Leid erwächst uns durch die Frauen allesamt

Menander, Monostichoi, 134

Greek Monolingual

και ημιμόριο, το (Α ἡμιμοίριον και ἡμιμόριον)
1. μισή μοίρα κύκλου
2. μισό μέρος, μισό μερίδιο, το ένα δεύτερο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + μοίρα].