τὰ ἐς τὴν κοιλίην ἀποκρινόμενα → gastric secretions
οθηλ. ζαχαροπλάστις και -ισσααυτός που κατασκευάζει και πουλά γλυκίσματα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ζάχαρη + πλάστης < πλάσσω. Η λ. μαρτυρείται από το 1834 στον Γ. Θεοχαρόπουλο].