τοῖσι ἐμφανέσι τὰ μὴ γινωσκόμενα τεκμαιρόμενος → judge of the unknown by the known
ο (Α ἀνθύπατος)Ρωμαίος αξιωματούχος με δικαιοδοσίες υπάτου (για την επαρχία του)αρχ.ως επίθ. «ἀνθύπατος ἀρχή, ἐξουσία» — ανθυπατική αρχή.