αμυκλάδες
From LSJ
εἶκε θυμοῦ καὶ μετάστασιν δίδου → retreat from your anger and allow yourself to change
Greek Monolingual
αι αρχ.
γνωστά σ' ολόκληρο τον αρχαίο κόσμο ανδρικά παπούτσια πολυτελείας, που κατασκευάζονταν στις Αμύκλες της Λακωνικής. Οι αμυκλάδες ή αμυκλαΐδες ήταν διακοσμημένες με μεταλλικά ποικίλματα και διακρίνονταν από το έντονο κόκκινο χρώμα τους. Τίς φορούσαν συνήθως οι φιλόσοφοι. Στο Λεξικό Σούδα αναφέρεται ότι ο Εμπεδοκλής έφερε «Ἀμυκλᾱδας χαλκᾱς».