ατμοδόκη

From LSJ
Revision as of 06:59, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (6)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ξένους ξένιζε, καὶ σὺ γὰρ ξένος γ' ἔσῃ → be hospitable to guests; you too will be a guest

Source

Greek Monolingual

και ατμοδόχος, η
θαλαμίσκος σε σχήμα θόλου που προεξέχει στο υψηλότερο μέρος του ατμοθαλάμου, με προορισμό τον καλύτερο διαχωρισμό ατμού και νερού.