βραδυγλωσσία
From LSJ
Γνώμης γὰρ ἐσθλῆς ἔργα χρηστὰ γίγνεται → Proba sunt illius facta, cui mens est proba → Aus edler Einstellung erwächst die edle Tat
Spanish (DGE)
-ας, ἡ torpeza en hablar Cyr.Al.M.71.28C.
Greek Monolingual
η
η δυσχέρεια στην ομιλία, βατταρισμός ή δυσαρθρία.