δαιμονολογία
From LSJ
Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection
Greek Monolingual
η
1. ομιλία σχετικά με τους δαίμονες
2. συγγραφή που ασχολείται με τους δαίμονες
3. κλάδος της θρησκειολογίας που εξετάζει τις δοξασίες σχετικά με τους δαίμονες στις διάφορες θρησκείες
4. κλάδος της Δογματικής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δαιμονολόγος. Η λ. μαρτυρείται στον Κ. Κούμα].