δεκάδελτος
From LSJ
Ὕπνος δεινὸν ἀνθρώποις κακόν → Sleep is a terrible evil for humans → Magnum est malum somniculose vivere → Furchtbar setzt er Schlaf den Menschen zu
Greek (Liddell-Scott)
δεκάδελτος: -ον, ὁ ἐκ δέκα δέλτων (πινάκων) συγκείμενος, νόμος Διον. Ἁλ.
Greek Monolingual
δεκάδελτος, -ον (Α)
γραμμένος σε δέκα δέλτους ή πίνακες.