ὑποδειγματικός
From LSJ
τοῖσι ἐμφανέσι τὰ μὴ γινωσκόμενα τεκμαιρόμενος → judge of the unknown by the known
English (LSJ)
ή, όν,
A by way of example, διδασκαλία S.E.M.4.23. Adv. -κῶς ib.1.154, 4.3.
τοῖσι ἐμφανέσι τὰ μὴ γινωσκόμενα τεκμαιρόμενος → judge of the unknown by the known
Full diacritics: ὑποδειγμᾰτικός | Medium diacritics: ὑποδειγματικός | Low diacritics: υποδειγματικός | Capitals: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΙΚΟΣ |
Transliteration A: hypodeigmatikós | Transliteration B: hypodeigmatikos | Transliteration C: ypodeigmatikos | Beta Code: u(podeigmatiko/s |
ή, όν,
A by way of example, διδασκαλία S.E.M.4.23. Adv. -κῶς ib.1.154, 4.3.