Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes
ομέλος της εθνοφυλακής.[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. εθνοφύλαξ μαρτυρείται από το 1856 στο Γαλλοελληνικό και Ελληνογαλλικό Λεξικό του Σκαρλάτου Δ. Βυζαντίου].