ὦ πλοῦτε καὶ τυραννὶ καὶ τέχνη τέχνης ὑπερφέρουσα τῷ πολυζήλῳ βίῳ → o wealth, and tyranny, and supreme skill exceedingly envied in life
ἐναποφέρω (Α)1. ενεργ. φέρνω μέσα σε κάτι2. παθ. παίρνω ή έχω κάτι από κληρονομιά.