ἐπιπλέον

From LSJ
Revision as of 07:11, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (13)

Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποιοῦ (Μετὰ δικαίωντὰς διατριβὰς ποιοῦ) → Cum iustis semper versare in eodem loco → Mit den Gerechten pflege Umgang immerfort

Menander, Monostichoi, 367

German (Pape)

[Seite 970] d. i. ἐπὶ πλέον, noch mehr, weiter, ausführlicher, Her., Thuc. u. A.

Greek Monolingual

(AM ἐπιπλέον και ἐπιπλεῑον και ἐπὶ πλέον και ἐπὶ πλεῑον)
επίρρ. περισσότερο, ακόμη περισσότερο, επιπρόσθετα, εκτός τών άλλων, όλο και πιο πολύ, παραπάνω.