γνοίης ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι → you know how much better are donkeys from mules
εὐκίων, -ονος, -ον (Α)αυτός που έχει ωραίους κίονες («εὐκίονες ἦσαν αὐλαὶ θεῶν», Ευρ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + κίων «κολόνα»].