ημεροκαλλές

From LSJ
Revision as of 07:16, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (16)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὁ γράμματ' εἰδὼς καὶ περισσὸν νοῦν ἔχει → Qui litteras didicere, mentis plus habent → Wer schreiben kann, hat auch bedeutenden Verstand

Menander, Monostichoi, 403

Greek Monolingual

ἡμεροκαλλές, τὸ (Α)
είδος κίτρινου κρίνου που ανθεί μόνο μία ημέρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημερ(ο)- + -καλλές (ουδ. του β' συνθετικού επιθέτων -καλλής < κάλλος, πρβλ. ζα-καλλής, περι-καλλής].