ἐὰν ᾖ τῳ θανάτου τετιμημένον → if sentence of death has been passed upon one
-έςαυτός που χαίρεται να εκτίθεται στον ήλιο, ο ηλιόφιλος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ηλιο- + -χαρης (< χάρος, το), πρβλ. οινο-χαρής, περι-χαρής].