Χρηστὸς πονηροῖς οὐ τιτρώσκεται λόγοις → Non vulneratur vir bonus verbo improbo → Ein böses Wort verwundet keinen guten Mann
ἠρέμιος, -α, -ον (Α) ηρέμα·1. ο ηρεμαίος2. το ουδ. ως ουσ. το ἠρέμιονη ανεμώνη.