ημιωδέλιον
From LSJ
γενέται καὶ πατρὶς ἔχουσιν ὀστέα → my parents and my fatherland have my bones
Greek Monolingual
ἡμιωδέλιον, τὸ (Α)
βλ. ημιωβόλιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + οδελός «οβολός», το -ω- λόγω συνθέσεως].
γενέται καὶ πατρὶς ἔχουσιν ὀστέα → my parents and my fatherland have my bones
ἡμιωδέλιον, τὸ (Α)
βλ. ημιωβόλιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + οδελός «οβολός», το -ω- λόγω συνθέσεως].