κατανόστιμος
From LSJ
Τάς θύρας, τάς θύρας. Ἐν σοφία πρόσχωμεν. → the doors, the doors, in wisdom let us attend | The doors! The doors! In wisdom, let us be attentive!
Greek Monolingual
κατανόστιμος, -η, -ον (Μ)
ελκυστικός.
Τάς θύρας, τάς θύρας. Ἐν σοφία πρόσχωμεν. → the doors, the doors, in wisdom let us attend | The doors! The doors! In wisdom, let us be attentive!
κατανόστιμος, -η, -ον (Μ)
ελκυστικός.