κατεξευτελίζω

From LSJ
Revision as of 07:23, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (20)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Γυναιξὶ πάσαις κόσμον ἡ σιγὴ φέρει → Decus affert omni mulieri silentium → Es bringt das Schweigen Zierde einer jeden Frau

Menander, Monostichoi, 83

Greek Monolingual

και καταξευτελίζω
εξευτελίζω εντελώς, ταπεινώνω σε έσχατο βαθμό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + ἐξ-ευτελίζω. Η λ. μαρτυρείται από το 1805 στον Αθανάσιο Χριστόπουλο].