καφενόβιος

From LSJ
Revision as of 07:23, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (20)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Δεῖ τοὺς φιλοῦντας πίστιν, οὐ λόγους ἔχειν → Non bene stat intra verba amicorum fidesVertrauen müssen Freunde sich, viel reden nicht

Menander, Monostichoi, 115

Greek Monolingual

ο
αυτός που περνά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας στα καφενεία, ο αργόσχολος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < καφενές + -βιος (< βίος), πρβλ. νυκτό-βιος, ταβερνό-βιος. Η λ. μαρτυρείται από το 1895 στην εφημερίδα Άστυ].