λαμπικάρισμα
From LSJ
τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.
Greek Monolingual
το λαμπικαρίζω
1. απόσταξη, διΰλιση
2. διαυγασμός, τέλειος καθαρισμός.
τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.
το λαμπικαρίζω
1. απόσταξη, διΰλιση
2. διαυγασμός, τέλειος καθαρισμός.