Γυναικὶ δ' ἄρχειν οὐ δίδωσιν ἡ φύσις → Natura quippe feminae imperium negat → Der Frau jedoch versagt zu herrschen die Natur
c. λυκιοεργής.
λυκιουργής, -ές (Α)βλ. λυκιοεργής.