μεταμέρεια

From LSJ
Revision as of 07:38, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (25)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἀεὶ δ' ἀρέσκειν τοῖς κρατοῦσιν → always try to please your masters, always be obsequious to the masters

Source

Greek Monolingual

η
1. βιολ. η δόμηση ενός σώματος από μια σειρά όμοιων τμημάτων, τών μεταμερών ή σωμιτών, το καθένα από τα οποία σχηματίζεται σε γραμμική ακολουθία στο έμβρυο
2. χημ. ειδική περίπτωση συντακτικής ισομέρειας, η οποία αναφέρεται σε δύο ενώσεις που προκύπτουν αμοιβαία η μία από την άλλη ως αποτέλεσμα μιας αντίδρασης μετάθεσης.