μολαταύτα
From LSJ
ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses
Greek Monolingual
και μολοντούτο
επίρρ. παρ' όλα αυτά, ωστόσο, εντούτοις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φρ. με ὅλα ταῦτα. Ο τ. μολοντούτο < μὲ ὅλον τοῦτο].