Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)
και μνημόρι, το (ΑΜ μνημόριον, Μ και μνημόρι και μνημούρι και μνημούριν)
τάφος, μνήμα, τύμβος
νεοελλ.
φέρετρο
μσν.
ταφικό μνημείο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. memorium «μνημείο, τάφος» με παρετυμολογική επίδραση του μνήμα].