μυοσφαιρίνη

From LSJ
Revision as of 12:01, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (26)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Τὸ δὴ τρέφον με τοῦτ' ἐγὼ λέγω θεόν → Denn ich bezeichne das, was mich ernährt, als Gott → Denn was mir Nahrung gibt, bezeichne ich als Gott

Menander, Monostichoi, 490

Greek Monolingual

η
(βιοχ.) χρωμοπρωτεΐδη του μυϊκού ιστού παραπλήσια με την αιμοσφαιρίνη, αλλ. μυογλοβίνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο σύνθ., γαλλ. myoglobine (< μυς, μυός «όργανο του σώματος» + globine < λατ. globus «θρόμβος»].