πανταλόνι
From LSJ
Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things
Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things
και παντελόνι, το
ένδυμα που περιβάλλει το κάτω μέρος του κορμού, και χωριστά το καθένα από τα σκέλη, και σταθεροποιείται στη μέση με ζώνη ή με τιράντες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. pantaloni < γαλλ. pantalon < Pantalon < Pantalone, όνομα ήρωα της ιταλ. κωμωδίας].