τὰ ἐς τὴν κοιλίην ἀποκρινόμενα → gastric secretions
ο1. αυτός που εργάζεται στα χωράφια, στην ύπαιθρο2. απόμαχος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἐξωμάχος, με σίγηση του αρκτ. άτονου ε-].