ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν ὑδρορρόαι δύο ῥέουσιν μέλανος → two streams of black run from the eyes
οἰάω (Ι) [[[οίος]] (Ι)](κατά τον Ησύχ.) «οἶός εἰμί, μονάζω».