μέλανος

From LSJ

Μέλλοντα ταῦτα. Τῶν προκειμένων τι χρὴ πράσσειν· μέλει γὰρ τῶνδ' ὅτοισι χρὴ μέλειν → Tomorrow is tomorrow. Future cares have future cures, and we must mind today.

Source

German (Pape)

[Seite 120] od. μελανός, sp. Nebenform zu μέλας, s. Lob. par. 139; superl. μελανώτατος, Strab. XVI, 772.

Russian (Dvoretsky)

μέλανος: gen. к μέλας.