παχυστομία

From LSJ
Revision as of 12:15, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (31)

ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship

Source

German (Pape)

[Seite 540] ἡ, Dickmänlichkeit, breite, grobe Aussprache, Strab.

Greek Monolingual

ἡ, Α παχύστομος
(ιδίως για τους βαρβάρους) η προφορά τών λέξεων με παχιά τραχύτηταοὐκέτι ὲφαίνετο κατὰ παχυστομίαν καὶ αφυΐαν τινὰ τῶν φωνητηρίων ὀργάνων τοῡτο συμβαίνον», Στράβ.).