ποιητὴς, ὁπόταν ἐν τῷ τρίποδι τῆς Μούσης καθίζηται, τότε οὐκ ἔμφρων ἐστίν → whenever a poet is seated on the Muses' tripod, he is not in his senses
-άω, Ααποσπώ κάτι επί πλέον.[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + ἐκσπῶ «αποσπώ με τη βία»].