προσωπολογία

Revision as of 12:23, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (35)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

η, Ν
η σπουδή της αυτόματης μιμικής του προσώπου, που θεωρείται ως έκφραση της ψυχικής προσωπικότητας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. prosopologie (< πρόσωπο + -λογία)].