πρώτιο

From LSJ
Revision as of 12:24, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (35)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ὁ δὲ πείσεται εἰς ἀγαθόν περ → he will obey you to his profit, he will obey you for his own good end

Source

Greek Monolingual

το, Ν
(πυρην. -χημ.) ονομασία που μερικές φορές χρησιμοποιείται για τον χαρακτηρισμό του ισοτόπου 1 του υδρογόνου (Η-1), όταν πρέπει να γίνεται διάκριση ανάμεσα σε αυτό και στα άλλα ισότοπά του.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. protium < prot- (< πρώτος) + νεολατ. κατάλ. -ium].