πυροβολείο

From LSJ
Revision as of 12:25, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (35)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζεινexplain Homer from Homer, explain Homer with Homer

Source

Greek Monolingual

το, Ν
στρ. οχυρωματικό έργο από το οποίο εκτελούν βολή τα πυροβόλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πυροβόλο. Η λ., στον λόγιο τ. πυροβολεῖον, μαρτυρείται από το 1858 στο Ὀνοματολόγιον Ναυτικόν].