Ἔρως, ὅ κατ' ὀμμάτων στάζεις πόθον → Eros who drips desire into the eyes
το, Νη ραβδιστήρα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ραβδίζω + επίθημα -τήρι(ον), πρβλ. σκαλισ-τήρι].